
“Η Ελλάδα έπρεπε να έχει βάλει κάποιες εθνικές προτεραιότητες” υποστήριξε ο συγγραφέας και πολιτικός αναλυτής Αναστάσιος Λαυρέντζος, μιλώντας στον Focus Fm 103,6 και το Στέφανο Δαμιανίδη, αναφορικά με τη στάση της χώρας μας απέναντι στην κρίση της Ουκρανίας.
“Πολύ σημαντική προτεραιότητα ήταν και είναι η προστασία της μεγάλης ελληνικής ομογένειας που βρίσκεται στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Αντί αυτού, η κυβέρνηση έσπευσε να πάρει μέρος στη σύγκρουση και να στείλει όπλα και σφαίρες κατά των Ρώσων. Η Τουρκία έχει κρατήσει μια ουδέτερη στάση, δε συμμετέχει στις κυρώσεις της δύσης. Η Ελλάδα έχει επιλέξει απολύτως, το έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση με τη συμφωνία των Πρεσπών, το κάνει και η σημερινή τώρα και φοβάμαι ότι προετοιμάζει τις Πρέσπες του Αιγαίου”, σημείωσε.
Για την επικείμενη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κωνσταντινούπολη όπου μεταξύ άλλων θα συναντηθεί και με τον πρόεδρο της Τουρκίας, ο κος Λαυρέντζος ανέφερε: “Θεωρώ ότι δεν θα έπρεπε να πάει. Υπάρχει μια εντελώς αντιφατική πολιτική της Ελλάδας στο θέμα της κρίσης στην Ουκρανία. Από τη μία η κυβέρνηση στέλνει όπλα και σφαίρες και από την άλλη υποστηρίζει ότι ακολουθεί μια ρεαλιστική πολιτική, ξεχνώντας ότι η Τουρκία έχει εισβάλει στην Κύπρο κι έχει κάνει το ίδιο και χειρότερο από αυτό που γίνεται σήμερα. Η Ελλάδα θα έπρεπε αυτή τη στιγμή να διατρανώνει και να υπενθυμίζει στη Δύση ότι υπάρχει μια Τουρκική κατοχή της μισής Κύπρου, χωρίς να υπάρχει καμία οικονομική κύρωση εις βάρος της Τουρκίας. Ο Έλληνας πρωθυπουργός με την επίσκεψή του δίνει στον Ερντογάν πιστοποιητικό νομιμότητας σε μία περίοδο που το χρειάζεται, του δίνει συγχωροχάρτι”.
“Η πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και της μείζονος αντιπολίτευσης, ακολουθεί γενικώς και αορίστως μία πολιτική εξομάλυνσης των σχέσεων με την Τουρκία. Καλό είναι να υπάρχει διάλογος, αλλά θα πρέπει να γνωρίζουμε και την πραγματικότητα”, υπογράμμισε.
Ο κος Λαυρέντζος σχολίασε και τις κυβερνητικές αποφάσεις για τα ενεργειακά θέματα. “Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν μακροχρόνιο σχεδιασμό για το ενεργειακό ζήτημα. Ουσιαστικά έχει καταστείλει τη χρήση του λιγνίτη, τη στιγμή που η Γερμανία τον διατηρεί μέχρι το 2038 και διατρανώνει ότι δεν έχει κανένα σχέδιο για έρευνες υδρογονανθράκων”. Αντιθέτως λένε διάφορα φληναφήματα περί πράσινης ανάπτυξης, για ΑΠΕ, που καταλήγουν σχεδόν πάντα στην εγκατάσταση συστημάτων γερμανικής κατασκευής”, ανέφερε.